- υδρονομέας
- ο1. υπάλληλος της υδρονομικής υπηρεσίας, που ρυθμίζει τα σχετικά με τη διανομή του νερού, ο νεροκράτης.2. δικλίδα που ρυθμίζει την ποσότητα της παροχής του νερού, υδροσύρτης.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.